αφεγγης

αφεγγης
    ἀφεγγής
    ἀ-φεγγής
    2
    1) несветящийся, т.е. невидимый, незримый
    

(φῶς Soph.)

    2) неясный, смутный
    

(ὀδμή Aesch.)

    3) темный
    

(νυκτὸς βλέφαρον Eur. = σελήνη; σκοτεινὸς καὴ ἀ. Plut.)

    4) мрачный, зловещий
    

(ἀφεγγές τι φέρειν τινί Soph.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "αφεγγης" в других словарях:

  • ἀφεγγής — without light masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αφεγγής — ές και άφεγγος, η, ο (AM ἀφεγγής, ές) [φέγγος] ο δίχως φέγγος, ο σκοτεινός νεοελλ. επίρρ. άφεγγα πριν ξημερώσει αρχ. 1. αόρατος, αμυδρός, δυσδιάκριτος 2. ατυχής, δυστυχισμένος 3. ο τυφλός 4. φρ. «νυκτὸς ἀφεγγὲς βλέφαρον» το φεγγάρι 5. «φῶς… …   Dictionary of Greek

  • ἀφεγγῆ — ἀφεγγής without light neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἀφεγγής without light masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀφεγγής without light masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγέστερον — ἀφεγγής without light adverbial comp ἀφεγγής without light masc acc comp sg ἀφεγγής without light neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγεῖ — ἀφεγγής without light masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἀφεγγής without light masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγεῖς — ἀφεγγής without light masc/fem acc pl ἀφεγγής without light masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγέα — ἀφεγγής without light neut nom/voc/acc pl (epic ionic) ἀφεγγής without light masc/fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγές — ἀφεγγής without light masc/fem voc sg ἀφεγγής without light neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγέστατον — ἀφεγγής without light masc acc superl sg ἀφεγγής without light neut nom/voc/acc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγεστάτην — ἀφεγγής without light fem acc superl sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφεγγεστάτοις — ἀφεγγής without light masc/neut dat superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»